σικυώνας

σικυώνας
ο / σικυών, -ῶνος, ΝΜ
τόπος φυτεμένος με αγγουριές.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σίκυος «αγγούρι» + επίθημα -ών, -ῶνος (πρβλ. καλαμ-ών)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Μουσείο, Αρχαιολογικό Σικυώνας — Ανάμεσα στα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα της ελληνιστικής και ρωμαϊκής εποχής που ήρθαν στο φως στη Σικυώνα από τις ανασκαφές της Αρχαιολογικής Εταιρείας στις πρώτες δεκαετίες του 20ού αι., το καλύτερα διατηρημένο είναι το συγκρότημα των λουτρών της… …   Dictionary of Greek

  • Πελοπόννησος — I Ιστορική και γεωγραφική περιοχή της Ελλάδας, η νοτιότερη και μεγαλύτερη χερσόνησος της χώρας και η νοτιότερη της Ευρώπης. Εκτείνεται μεταξύ των παραλλήλων 38° 20’ (ακρωτήριο Δρέπανο) και 36° 23’ (ακρωτήριο Ταίναρο) και των μεσημβρινών 210° 10’… …   Dictionary of Greek

  • Σικυώνα — Ημιορεινός οικισμός (1.002 κάτ., υψόμ. 140 μ.), στην επαρχία Κορινθίας του ομώνυμου νομού. Είναι έδρα της ομώνυμης κοινότητας (6 τ. χλμ.). Βρίσκεται νότια και κοντά στο Κιάτο. Στην περιοχή της ήταν χτισμένη η ακρόπολη και η αρχαία πόλη Σικυών,… …   Dictionary of Greek

  • Σικυών — I Αρχαία πόλη της βορειοανατολικής Πελοποννήσου, κοντά στο σημερινό Κιάτο (του οποίου ο δήμος ονομάζεται δήμος Σικυώνας· υπάρχει επίσης και σημερινό χωριό με το όνομα Σικυών) στην περιοχή της Σικυωνίας. Η αρχαία Σικυωνία στη βόρεια πλευρά της… …   Dictionary of Greek

  • Ορθαγόρας — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Ο πρώτος τύραννος της Σικυώνας (τελευταίες δεκαετίες του 7ου αι. π.Χ.). Οι αρχαίες παραδόσεις για τον Ο. και την οικογένεια του (Ορθαγορίδαι) είναι αντιφατικές: το πιθανότερο είναι ότι ο Ο. ήταν ένας ευγενής που,… …   Dictionary of Greek

  • αιγιαλεύς — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Βασιλιάς της Σικυώνας, ο πρώτος αυτόχθων Έλληνας βασιλιάς. Έζησε γύρω στο 1700 π.Χ. Ο γιος του –ή γιος του αδελφού του Φορωνέα, βασιλιά του Άργους– Εύρως, υπήρξε παππούς του Άπη, που υπέταξε ολόκληρη την Πελοπόννησο …   Dictionary of Greek

  • ιππόλυτος — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Γιος του Θησέα και της αμαζόνας Αντιόπης ή Ιππολύτης, ήρωας που θεοποιήθηκε στην Τροιζήνα, όπου τον ανέθρεψε ο παππούς του Πιτθέας. Ζούσε λατρεύοντας την Άρτεμη και κυνηγώντας. Η Αφροδίτη όμως ζήλεψε και έκανε τη… …   Dictionary of Greek

  • Αβαντίδας — (3ος αι. π.Χ.).Τύραννος της Σικυώνας. Ο Α., γιος του Πασέα, κατέλαβε την αρχή το 264 π.Χ., αφού σκότωσε τους αντιπάλους του και ανάμεσά τους τον Κλεινία, πατέρα του Άρατου. Παρά την τυραννική του διακυβέρνηση, κατόρθωσε να παραμείνει στην εξουσία …   Dictionary of Greek

  • Αγαρίστη — (6ος αι. π.Χ.). Ιστορικό πρόσωπο Κόρη του περίφημου τύραννου της Σικυώνας Κλεισθένη, σύζυγος του Μεγακλή, από το γένος των Αλκμεωνιδών της Αθήνας, και μητέρα του Κλεισθένη, του γνωστού μεταρρυθμιστή της Αθήνας. Από το ίδιο γένος των Αλκμεωνιδών… …   Dictionary of Greek

  • Εποπεύς — I Προσωνύμιο του Δία. Αντίστοιχες θεές ήταν η Επωμίς Άρτεμις και η Επωμίς Δήμητρα, στη Σικυώνα. II Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Γίγαντας, ο οποίος είχε δώσει το όνομά του σε ηφαίστειο της Κάτω Ιταλίας. 2. Βασιλιάς της Λέσβου. Ερωτεύτηκε την… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”